Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

οιωνός

Κι ήρθαν οι ποώδεις ημέρες
Κι ανέμενα την παρουσία σου
Στο λιθόστρωτο επίσημα
Με ακολουθούσε ένας αγριόκακτος
Τα τσίγκινα μάτια του αρότρου φλέγονταν
Από χρυσαλίδες ώρες
Πολύζηλοι ωκεανοί ξεπέζευαν
Τα οράματα του συμπαντικής αρμύρας
Μέσα στο φλασκί της γης είχες κρύψει
Τα ματογυάλια σου και μια χρυσόμυγα
Που πετάριζε μοναξιά

Ροκανίζω το χρόνο μου είπες
Με τα φτερά δόντια του Ερμή
Ποτέ δεν διάλεξα το σπίτι
Με την αγριοτριανταφυλλιά
Απλά μου δόθηκε σαν Μάης
Είχε ασημένια αγκάθια
Και μια δυσβάσταχτη μυρωδιά
εξέπνεαν τα ρόδα της
Πιστεύω στα θαύματα μου είπες
Και τις μυρωδιές της γης
Κρατώ σφιχτά σαν χαλινάρι
Ειδικά αυτές του δειλινού
Ή την ώρα του αποσπερίτη
Όταν μυρμηγκιάζει στην πλάτη μου
Το πρόσταγμα της ζωής
Συγκαλύπτω τους θησαυρούς μου
Και λίγο - λίγο ανεβάζω
Τις κλειδαμπαρωμένες ομπρέλες
Των μανιταριών
Ακούω τραγούδια
Και περιχαρακωμένες σονάτες
Καθισμένος πάνω στον εξάγωνο κορμό
Σκουντώντας ένα πολυμήχανο ελατάκι

Κι ήρθαν οι ποώδεις ημέρες
Και είχες φανεί
Σπρώχνοντας ένα αναπηρικό καροτσάκι
Η κοπέλα της βιτρίνας έκλαιγε
Με ολοφυρμούς
Οι οιμωγές των άστρων
Έφταναν από πολύ μακριά
Σκέψου τον μπλε διάδρομο του νοσοκομείου
Γεμάτο αστέρια σου είπα
Μες την αίθουσα του χειρουργείου
Να ανταγωνίζονται τα ψαλίδια
Στις αίθουσες και στους διαδρόμους
Σε αγαπώ με το σαπισμένο
Κίτρινο φως των λαμπτήρων
Πάντα ξεχνούσες τις εξετάσεις
Με τα σκιερά κύτταρα του εγκεφάλου
Έφυγες νωρίς κι η συνταγή χάθηκε
Όταν ανοίγω το συνταγολόγιο
Βρίσκω μια δική σου λευκή τρίχα
Και κουβεντιάζω

Συσπώνται από ζωή τα γόνατα
Και οι παλάμες μου χτυπούν
Σε ρυθμούς αφρικάνικους
Νιώθω καλά που σε βρήκα
Κι ανοίγω το στερεοφωνικό
Στόμιο του χειμώνα
Επιβλέπω τις στάχτες σου, το κρεβάτι σου
Τα ρηγματωμένα σου νύχια
Η γλώσσα σου ανεβάζει στρατιές υδροκυάνιου
Κατά διαστήματα σου απευθύνω τον λόγο
Ξεχνώντας παράδοξες μηχανορραφίες

Γράφω μια επιστολή
Και την ρίχνω στην τσέπη σου
Ούτε με ακούς ούτε με βλέπεις
Θα ζήσω στα βράχια στο είχα προεξοφλήσει
Με μόνη παρέα έναν αδύναμο πουνέντε
Τις γραφές να φυλάς από εκείνο το αριστερό δάκρυ
Που επιμένει να αναστηθεί
Τις γραφές και τις ρυτίδες του κίονα
Ποτέ εσύ μη παραδόσεις
Εκεί όταν οι ποώδεις ημέρες
Θα στραγγίζουν τα ρινίσματα των γλάρων
Αναγεννημένη θα τρέφομαι μόνο με ροδανθούς
Και σεμνές πασχαλιές
Στα χέρια μου θα κρύβω μια αμπούλα
Από τα ολόδροσα πηγάδια της σελήνης
Αυτή μόνο θα σου χαρίσω
Και ξέρεις γιατί
-Αποστάλαγμα για να λαμπρύνω τις μέρες σου-

Ήρθε ο καιρός της περιπλάνησης
Του πολυδύναμου τσίρκου
Σκοτεινιάζει και κατεβαίνω στα βρύα του νου σου
Πριν καρτερέψεις τον ρόγχο κρύψε το αδράχτι της οξιάς
Και τη βέρα του αλουμίνιου στην πίσω κάμαρα
Ή στο αγροτεμάχιο που εκεί ενταφιάσαμε
Το σκληρό ράμφος του δρυοκολάπτη
Μη καταδεχτείς καμία συναλλαγή
Με τον εχθρό της πέτρας

Στις ποώδεις ημέρες γλίστρησε
Το διπλό μάτι της αμφιλύκης
Είναι ο οιωνός που περιμένω
Χρόνια τώρα
Μόνο μη γελαστείς από τις βουερές
Συνάξεις των ταράνδων
Θα είμαι εκεί με ένα διαμελισμένο μωρό
Στην αγκαλιά
Για να σου μάθω τους ανώδυνους
Κράχτες της δρυός
Στο ερύθημα της αμφιλύκης
Οι ποώδεις μέρες επωάζουν
Το κίτρινο δάκρυ του κάστορα